Sunday 20 September 2009

Ένας Σουλιώτης στο Μόναχο


Οδοιπορικό της ξενιτιάς, της περιπλάνησης και του πικρού νόστου, τα φωτογραφικά «Στιγμιότυπα» του Δημήτρη Σούλα «μεταναστεύουν» στο Μουσείο Μπενάκη


Sonnestraße, 1967

Το έργο του έλληνα φωτογράφου της διασποράς Δημήτρη Σούλα, άγνωστου έως πρόσφατα στο ευρύτερο κοινό, αποκτά, δικαιωματικά πλέον, μια θέση στο στερέωμα της ευρωπαϊκής (και εγχώριας) μεταπολεμικής φωτογραφίας. Για να γίνει αυτό εφικτό χρειάστηκε η σύμπραξη δύο φωτογραφικών μουσείων και ο μόχθος δύο επιμελητών, του Ulrich Pohlmann και του Ηρακλή Παπαϊωάννου. «Στιγμιότυπα, Φωτογραφίες 1967-1974», είναι ο τίτλος της αναδρομικής του έκθεσης στο Μουσείο Μπενάκη (κτίριο οδού Πειραιώς) που θα διαρκέσει έως τις 18 Οκτωβρίου. Η έκθεση, με την υποστήριξη του Ινστιτούτο Goethe της Ελλάδας, πρωτοπαρουσιάστηκε πέρυσι τον χειμώνα στο Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης και μεταφέρθηκε την άνοιξη του 2008 στο Μουσείο Φωτογραφίας της πόλης του Μονάχου, στις συλλογές του οποίου ανήκει, από το 2004, το τεράστιο φωτογραφικό αρχείο του Σούλα. Διαρθρωμένη σε πέντε θεματικές ενότητες (Στο δρόμο, Gastarbeiter, Φοιτητική ζωή, Πολιτικοί και καλλιτέχνες, Θεσσαλονίκη Νοέμβριος 1974), η έκθεση ξετυλίγει το νήμα μιας προσωπικής περιπλάνησης που, βήμα-βήμα, λαχταρά να μετουσιωθεί σε ποιητική αφήγηση. Πρώτη ύλη είναι μικρές ψηφίδες από την καθημερινότητα της αστικής μητρόπολης και του “μοναχικού” πλήθους: στιγμές ευτράπελες ή καταθλιπτικές, σώματα ομιλούντα και χειρονομίες εύγλωττες, ο δισταγμός της προσμονής και η βία της απόρριψης, τα φετίχ της μαζικής κουλτούρας, η αποξένωση του μετανάστη, η ανοικονόμητη παρουσία του λούμπεν, το καμάκι του σεξουαλικά στερημένου, ή βία του επιδειξιομανή στον σταθμό του μετρό, οι εξάρσεις του φοιτηταριού…


Μετά από ένα ποπ κοντσέρτο στην Königsplatz, 1971


Γεννημένος το 1938 στη Θεσσαλονίκη, απόγονος ιστορικής σουλιώτικης οικογένειας και γιος εύπορου καπνέμπορου, ο Δημήτρης Σούλας, δείχνει πρώιμο ενδιαφέρον για τις τέχνες και τα γράμματα. Στα 17 του έχει την πρώτη του, έμμεση, επαφή με τη φωτογραφία, όταν κερδίζει βραβείο σεναρίου σε διαγωνισμό για την παραγωγή του πρώτου στα ελληνικά χρονικά φωτορομάντζου, το οποίο, σε «σκηνοθεσία» του Άλκη Στέα, δημοσιεύεται σε συνέχειες σε τοπική εφημερίδα. Το 1958 ανακαλύπτει στα υπόγεια του σπιτιού του χειρόγραφα του 16ου αώνα που αφορούν τη γενεαλογία του σογιού του –γεγονός που υπήρξε το έναυσμα για την ενασχόλησή του με την ιστορία του Σουλίου. Σαράντα χρόνια αργότερα, το 1998, θα πρωτοστατήσει στην ίδρυση του Συλλόγου Απανταχού Σουλιωτών, του οποίου σήμερα είναι επίτιμος πρόεδρος. Στη Γερμανία εγκαθίσταται στα τέλη της δεκαετίας του ’50, για να σπουδάσει οικονομικά, σύμφωνα με επιθυμία του πατέρα του. Η επίσκεψή του, το 1959, σε μια έκθεση φωτογραφίας στο Αμβούργο υπήρξε καθοριστική για τη μετέπειτα εξέλιξή του: με τίτλο «The Family of Man», σε επιμέλεια Edward Steichen, αυτή η περιοδεύουσα ανά τον κόσμο έκθεση υπήρξε ορόσημο στη διαμόρφωση του ρεύματος της ανθρωπιστικής φωτογραφίας. Ευαισθητοποιημένος πολιτικά, με ιδιαίτερη κλίση προς τη φωτογραφία, αλλά και το σινεμά της Nouvelle Vague, ο νεαρός Σούλας συχνάζει στο Ινστιτούτο Κοινωνιολογίας της Φρανκφούρτης, έδρα της ομώνυμης Σχολής της «Κριτικής Θεωρίας» (Χορκχάιμερ, Αντόρνο, Μαρκούζε) και φυτώριο της φοιτητικής αμφισβήτησης. Το 1965 προσλαμβάνεται από μια αμερικανική πολυεθνική εταιρία εισαγωγής οπωροκηπευτικών. Την ίδια χρονιά παντρεύεται, κόβει το τσιγάρο κι αρχίζει να κάνει οικονομίες. Δύο χρόνια αργότερα αγοράζει την πρώτη του Spiegelreflex μηχανή: μιαν Exacta.


Leopoldstraße, 1967


Ο Καγκελάριος Willy Brandt, 1971

Με το πραξικόπημα της χούντας, ο Σούλας μαζί με άλλους Έλληνες του Μονάχου δραστηριοποιείται στη Πανελλήνια Αντιδικτατορική Ένωση. Τον Μάιο του 1967 ο έλληνας Πρόξενος τού ακυρώνει το διαβατήριο. Πέντε μήνες αργότερα απολύεται από την εταιρεία του, μετά από έντονες πιέσεις του εμπορικού ακόλουθου της ελληνικής Πρεσβείας, ο οποίος την απειλεί με αποκλεισμό από την εισαγωγή ελληνικών φρούτων. Με τα χρήματα της αποζημίωσης αγοράζει επαγγελματικό φωτογραφικό εξοπλισμό και βγαίνει στον δρόμο σαν ελεύθερος φωτορεπόρτερ. Είναι ήδη έτοιμος, η εξοικείωση με τα μυστικά του επαγγέλματος είναι θέμα χρόνου. Σύντομα αρχίζει να συνεργάζεται με το Associated Press καθώς και με μεγάλα εικονογραφημένα περιοδικά (Stern, Quick, Neue Revue κ.ά.) Σε ένα φωτογραφικό συνέδριο στην Κολωνία, το 1970, συναντά τον Henri Cartier-Bresson που τον καλεί να δουλέψει για το Magnum. Με τον επαγγελματισμό του, τη δεινότητά του να ψαρεύει “λαυράκια” χωρίς να θολώνει τα νερά, ο Σούλας εδραιώνεται στο σινάφι. «Δεν έχω ζήσει άλλον φωτογράφο, ο οποίος να μπορεί να γίνεται τόσο αόρατος και συγχρόνως να βλέπει, να εντοπίζει και να συλλαμβάνει καταστάσεις στο εκατοστό του δευτερολέπτου, που εμένα μου διέφευγαν”, θυμάται ο συνάδελφός του, Rupp Doinet.

Η παλινόστησή του στην Ελλάδα, μετά την πτώση της χούντας, του αφήνει μια πικρή γεύση ματαίωσης: οι φωτορεπόρτερ στην Ελλάδα βιοπορίζονται κυρίως από την κάλυψη παρελάσεων, γάμων και βαφτίσεων. Τον Νοέμβρη του 1974 ο Σούλας φωτογραφίζει την αγορά Μοδιάνο στη Θεσσαλονίκη: είναι το κύκνειο άσμα της φωτογραφικής του καριέρας.

Στην εκκλησία του Forstenried, 1967



Monday 14 September 2009

Willy Ronis (1910-1999)

Αυτοπροσωπογραφία, 1951


Ήταν ο τελευταίος μιας μεγάλης γενιάς. Ζωντανή μνήμη της γαλλικής σχολής της ανθρωπιστικής φωτογραφίας, συνοδοιπόρος του Doisneau και του Cartier-Bresson. Σε λιγότερο από ένα χρόνο θα έκλεινε τα εκατό. Ο Willy Ronis, άφησε το Σάββατο, 12 Σεπτεμβρίου, την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο μιας λαϊκής συνοικίας του Παρισιού. Όχι μακριά από το διαμέρισμά του, σε μια εργατική πολυκατοικία, εκεί όπου για κάποιους βρισκόταν το σπουδαιότερο φωτογραφικό μουσείο της Γαλλίας –η συλλογή του–, με περισσότερα από 100.000 αρνητικά, που κληροδότησε το 1986 στο Γαλλικό Κράτος.


Το προβηγκιανό Γυμνό, 1949



Παιδί Εβραίων μεταναστών από την Ουκρανία, μπήκε από νωρίς στη βιοπάλη της φωτοδημοσιογραφίας. Ρεπόρτερ και καλλιτέχνης, φωτογράφος της “πλέμπας” κι όχι της γκλαμουριάς, απαθανάτισε με τον φακό του ένα μεταπολεμικό Παρίσι που έγινε εικόνισμα. Με αίσθημα και γνώση, τρυφερότητα και χιούμορ, κατάφερε να αιχμαλωτίσει το ευφρόσυνο αεράκι που κυκλοφορούσε στους δρόμους μιας πόλης που άναβε ξανά τα φώτα της, για να γιορτάσει την απελευθέρωσή της απ’ τα δεσμά της Κατοχής. Είτε φωτογράφιζε διαδηλώσεις του Λαϊκού Μετώπου, είτε τις γάμπες μιας γυναίκας, αυτοσχέδια γλέντια σε καφενεία ή απεργίες στα εργοστάσια της Σιτροέν και τη Ρενώ, ήταν η ίδια η χαρά της ζωής που ανάβλυζε απ’ τις εικόνες του.




Ήταν από αυτούς που θέλησαν να αλλάξουν τον κόσμο, δεν προσκύνησε όμως ποτέ κομματικά ιερατεία. Έδωσε μάχες με εκδοτικά συμφέροντα σε μια εποχή που ο ρεπόρτερ ήταν ανώνυμος χειρώνακτας, χωρίς κανένα δικαίωμα πάνω στο ίδιο του το έργο. Σαν επαγγελματίας έκανε υποχωρήσεις, αλλά όχι συμβιβασμούς. Πλήρωσε το τίμημα διασχίζοντας την έρημο επί 30 χρονια, μετα το ’70.

Η Αρλ τον θυμήθηκε το 2001 αφιερώνοντάς του μια μεγάλη αναδρομική έκθεση. Φέτος ήταν τιμώμενο πρόσωπο. Στα εγκαίνια του φεστιβάλ, τον περασμένο Ιούλιο, χρειάστηκε να τον κουβαλήσουν πάνω στην αναπηρική του πολυθρόνα κι αυτός δεν καμάρωνε παρά για τα παράσημα της Αντίστασης στο στήθος του. Έζησε, εργάστηκε και πέθανε σαν άνθρωπος.



Πλατεία Βαντόμ, Παρίσι, 1947



Το αγόρι με τη μπαγκέτα





Saturday 12 September 2009

August Sander

Βλέπω, παρατηρώ, στοχάζομαι


Τίποτα δεν μου φαίνεται πιο ενδεδειγμένο από το να προσφέρω μέσω της φωτογραφίας μια εικόνα της πραγματικότητας, παραμένοντας πιστός στη φύση -August Sander


Κοριτσάκι, Westerwald, γύρω στα 1925


Πώς έμοιαζαν οι άνθρωποι του 20ού αιώνα; Ας φανταστούμε ένα μέλλον –όχι και τόσο μακρινό όπου γονείς και δάσκαλοι θα πρέπει να δώσουν στα παιδιά μια απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα. Σίγουρα θα έχουν εικόνες να τους δείξουν, όμως τι είδους εικόνες;


Το 1927 ο August Sander δηλώνει πίστη στο τρίπτυχο «Βλέπω, παρατηρώ και στοχάζομαι». Με τον ίδιο τίτλο (Voir, Observer et Penser) το Ίδρυμα Henri Cartier-Bresson στο Παρίσι αποτίει φόρο τιμής στον μεγάλο Γερμανό δημιουργό, που μας κληροδότησε είναι ένα μνημειώδες δοκίμιο για την εποχή του και ταυτόχρονα ένα μεγάλο μάθημα φωτογραφίας. Εκατό περίπου πορτρέτα και τοπία από τις συλλογές του Photographische Sammlung/SK Stiftung Kultur της Κολωνίας παρουσιάζονται σε τυπώματα μοναδικής ποιότητας, στην πλειοψηφία τους πρωτότυπα (vintages).

Για τον Sander (1876­-1964) η φωτογραφία είναι μια οικουμενική γλώσσα, που αποστολή της είναι να αναπαραστήσει λεπτομερώς και αντικειμενικά την πραγματικότητα, παραμένοντας πιστή στη φύση. Επαγγελματίας φωτογράφος από τις αρχές του περασμένου αιώνα, αφιερώνεται στη δεκαετία του ’20 σε’ αυτό που έμελλε να γίνει έργο ζωής: τη σειρά «Άνθρωποι του 20ού αιώνα» που πρωτοπαρουσιάστηκε στην Κολωνία το 1927 (εκδόθηκε πλήρης το 1980). Το 1929, με τα «Πρόσωπα μιας εποχής», επιχειρεί να συντάξει ένα κοινωνιολογικό ευρετήριο ανθρώπινων τύπων, κοινωνικών τάξεων και επαγγελμάτων, αποφεύγοντας εξιδανικεύσεις και στερεότυπα. Παράλληλα καταγράφει το φυσικό τοπίο, με ιδιαίτερη πρότιμηση περιοχές του Ρήνου. Παθιασμένος με τη βοτανολογία αποτυπώνει με τον φακό του πλήθος φυτικών ειδών.

Αντιδρώντας στον εξπρεσιονισμό, καλλιτέχνες όπως ο φωτογράφος August Sander και ο ζωγράφος Otto Dix, θεμελίωσαν το κίνημα της “Νέας Αντικειμενικότητας”, που θα βρει επιογόνους στη φωτογραφική “Σχολή του Ντύσελντορφ” τη δεκαετία του ’60. Περιδιαβαίνοντας την έκθεση “Voir, Observer et Penser”, δεν μπορώ παρά να σκεφτώ πόσο προδρομική υπήρξε η ματιά αυτού του μεγάλου δασκάλου, πόσο έχουμε ανάγκη μια "Νέα Αντικειμενικότητα", που δεν μπορεί παρά να είναι η νεωτερικότητα του 21ου αιώνα.



Ιδιαιτέρα γραμματέας, Westdeutsche Rundfunk, Κολωνία, 1931



Ζωγράφος, Βερολίνο, 1926



Η καμπή του Ρήνου κοντά στο Boppard, 1938




Χέρια εποχιακού εργάτη, γύρω στα 1930


Σαλιγκάρια σε αμπελώνα, δεκαετία '30


Κοπέλα σε καραβάνι τσίρκου, 1926-1932


Info

Fondation Henri Cartier-Bresson, 2, impasse Lebouis, 75014, Παρίσι

Διάρκεια: έως 20 Δεκεμβρίου

Κατάλογος: August Sander, Voir, Observer et Penser, εκδ. Schirmer/Mosel



Thursday 3 September 2009

Ρήσεις μεγάλων ανδρών...

"Η μνήμη μας θα είναι αιώνια"
Βασίλειος Παπαγεωργόπουλος

...αναφερόμενος -μεταξύ άλλων- στους Απόστολο Παύλο, Γιάννη Ρίτσο, Φελιξ Μέντελσον, Miles Davis... , συνέντευξη τύπου για τα 44α Δημήτρια, Μακεδονία Παλλάς, 2 Σεπτεμβρίου 2009

l'Etat c'est chacun de nous